Τετάρτη 25 Μαΐου 2011
By boggar on 9:58 π.μ.
Σήμερα που όλοι έχουν και σχηματίζουν μια άποψη, δηλώνω απών.
Φοράω σανδαλωτά, μισοδερμάτινα σκαρπίνια και προσκυνώ πέτρες.
Η άποψή μου για τα πράγματα φαντάζει ελλειμματική, μα δε θα προσφύγω σε κανένα ίδρυμα, ούτε θα ζητήσω τη συνδρομή του οικονομικού μου επιτελείου.
Δε φοράω καμιά άποψη,
Μένω αμέτοχος,
Κοιτάζοντας,
Ακούγοντας
Και όλο και κάποιος λέει πως έχει μια άποψη, μα όχι εγώ.
Τόσες πολλές
Τόσο διαφορετικές
Τρίζουμε από λύσεις
Και όσο τις ακούω, τόσο προτιμώ να μην έχω μία.
Ξυπνάω μόνος,
Τρώω και κοιμάμαι πάλι μόνος
Όπως και όλοι αυτοί
Δεν αλλάζει κάτι.
Ελέγχω τον εαυτό μου και του ζητάω να μην σχηματίζει άποψη ακόμη.
Κι αν γέρνει προς κάποια μεριά, ας το κάνει.
Μονάχα να μην σχηματίζει κανένα άλλο σχήμα πέρα από τα φανταστικά των ονείρων
Να περιμένει την άποψη αυτή που θα την έχει σκεφτεί κάποιος αγνώμονας, ίσως, ως τα πριν,
Που να, τώρα δα
Μπορεί και σκέπτεται,
Χωρίς φασαρία.
Δευτέρα 16 Μαΐου 2011
By boggar on 9:58 π.μ.
Κάποτε χώραε λίγους
Τώρα δα, χωράει πολλούς.
Οι οποίοι μαζί με τους λίγους
Κάνουν ένα αηδιαστικό σύνολο,
Που δυσκολεύεσαι να ξεχωρίσεις το έργο,
Από τον ορυμαγδό.
Και μπλέκονται όλα
Σκατά και άσπρες κάλτσες στην κατσαρόλα της γνώσης.
Ναι μιλάμε για τέχνη
Που ορίζεται από τους καλλιτέχνες κηπουρούς
Που πλέον έχουν λεφτά και τα χρησιμοποιούν
Για να πουλήσουν μούρη και σκατά ( η επανάληψη μαθαίνει).
Κάπως έτσι σου φέρονται
Και έχουν το άλλοθι!
Το άλλοθι του καλλιτέχνη.
Μα αυτός ο τελευταίος δεν παρατηρεί;
Υπάρχει κι άλλη υπομονή;
Ποιος μπορεί να διακρίνει έναν κορεσμό;
Ο καλλιτέχνης μπορεί να ναι σάπιος, τόσο όσο η τέχνη του
Και τα λόγια τόσο άσχημα όσο η τέχνη του
Μα συνεχίζει και λέγεται καλλιτέχνης
Και αυτό το τελευταίο ρημάδι,
Ε, να το χέσω.
By boggar on 9:50 π.μ.
Ερχόντουσαν φίλοι εδώ για να ακούσουμε τους τελευταίους δίσκους
Οι κοπέλες περπατούσα ξέγνοιαστες με αυτό το χοροπηδητό βήμα
Οι ρετσίνες βάφανε καθημερινά την φλοκάτη
Τότε που
Δεν ήξερα γιατί κελαηδούσαν τα πουλιά
Περίμενα πως και πως το καλοκαίρι
Είχα όρεξη για το αύριο
Τότε που
Το όποιο ταξίδι ονειρευόμουν γυμνό
Και τα δάκρυα τα έπνιγα στο χιόνι
Οι καθημερινοί άνθρωποι γελούσαν
Και το αύριο ήταν μοχθηρό
Τόσο όσο δεν ήθελα
Τότε που
Καθόμουν σε ένα πάγκο και έπινα μπύρες με τον κολλητό μου χωρίς να ακούω για πολιτική
Έβριζα τον εαυτό μου που δεν πηδιόμουν σωστά
Τότε που
Πήγαινα εκεί που ονομάστηκε αρχή με κουρεμένο κεφάλι και έφυγα διπλός.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις
(
Atom
)
Από το Blogger.